Είχα τόσες στεναχώριες
μες στη μαύρη μου ζωή
μα την πιο μεγάλη, τώρα,
αχ! μου την έδωσες εσύ.
Στεναχώριες, στεναχώριες,
στεναχώριες και καημοί,
πες μου πως θ’ αντέξει άλλο,
το φτωχό μου το κορμί.
Σου ‘χα δώσει την καρδιά μου
να της γειάνεις την πληγή
μα εσύ κι η απονιά σου,
αχ! με πληγώσαν πιο πολύ.
Στεναχώριες, στεναχώριες,
στεναχώριες και καημοί,
πες μου πως θ’ αντέξει άλλο,
το φτωχό μου το κορμί.
Πιο καλά να με σκοτώσεις,
να πεθάνω μια φορά,
είναι κρίμα να πεθαίνω
ο φτωχός, σιγά σιγά.
|
Icha tóses stenachóries
mes sti mavri mu zoí
ma tin pio megáli, tóra,
ach! mu tin édoses esí.
Stenachóries, stenachóries,
stenachóries ke kaimi,
pes mu pos th’ antéksi állo,
to ftochó mu to kormí.
Su ‘cha dósi tin kardiá mu
na tis giánis tin pligí
ma esí ki i aponiá su,
ach! me pligósan pio polí.
Stenachóries, stenachóries,
stenachóries ke kaimi,
pes mu pos th’ antéksi állo,
to ftochó mu to kormí.
Pio kalá na me skotósis,
na petháno mia forá,
ine kríma na petheno
o ftochós, sigá sigá.
|