Όσο κι αν έχω κλάψει
κι αν πόνεσα πολύ,
κανείς δεν έχει νιώσει
τη δόλια μου ψυχή.
Στην εποχή που ζούμε
κανείς δε σε πονά,
του αλλουνού ο πόνος
είναι για ‘μάς χαρά,
του αλλουνού ο πόνος
είναι για ‘μάς χαρά.
Αααχ, μην κλαις, καρδιά μου, και πονάς,
μην βαριαναστενάζεις, μην τυραννιέσαι άδικα
και στενοχώριες βάζεις, αχ, αμάν.
Τις πίκρες μου θα κρύψω
στα στήθια μου βαθιά
κι απ’ άλλονε, συμπόνια
δε θα ζητήσω πια.
Στην εποχή που ζούμε
κανείς δε σε πονά,
του αλλουνού ο πόνος
είναι για ‘μάς χαρά,
του αλλουνού ο πόνος
είναι για ‘μάς χαρά.
|
Όso ki an écho klápsi
ki an pónesa polí,
kanis den échi niósi
ti dólia mu psichí.
Stin epochí pu zume
kanis de se poná,
tu allunu o pónos
ine gia ‘más chará,
tu allunu o pónos
ine gia ‘más chará.
Aaach, min kles, kardiá mu, ke ponás,
min varianastenázis, min tiranniése ádika
ke stenochóries vázis, ach, amán.
Tis píkres mu tha krípso
sta stíthia mu vathiá
ki ap’ állone, sibónia
de tha zitíso pia.
Stin epochí pu zume
kanis de se poná,
tu allunu o pónos
ine gia ‘más chará,
tu allunu o pónos
ine gia ‘más chará.
|