Τ’ αστέρια δε χαθήκανε δεν έσβησε το φεγγάρι
η μοναξιά δεν είναι δρόμος να τον μετράς
κανένας δεν αγάπησε πιο πολύ απ’ όσο μπορούσε
κι ούτε κανένας έκρυψε τον ήλιο που κοιτάς
Τα κύματα δεν τσάκισαν τους τσακισμένους βράχους
τα σύννεφα δε φέρνουνε της λήθης το νερό
κανένας δε λυπήθηκε πιο πολύ απ όσο μπορούσε
κι ούτε κανείς κατάφερε ν’ αγγίξει το κενό
Τα δέντρα δε χαμήλωσαν τις ρίζες τους να νιώσουν
και λόγια δεν ακούστηκαν μες στη βαθιά σιωπή
κανένας μας δεν άντεξε πιο πολύ απ’ όσο μπορούσε
κι ούτε κανείς αγκάλιασε μια όμορφη ψυχή
|
T’ astéria de chathíkane den ésvise to fengári
i monaksiá den ine drómos na ton metrás
kanénas den agápise pio polí ap’ óso boruse
ki ute kanénas ékripse ton ílio pu kitás
Ta kímata den tsákisan tus tsakisménus vráchus
ta sínnefa de férnune tis líthis to neró
kanénas de lipíthike pio polí ap óso boruse
ki ute kanis katáfere n’ angiksi to kenó
Ta déntra de chamílosan tis rízes tus na niósun
ke lógia den akustikan mes sti vathiá siopí
kanénas mas den ántekse pio polí ap’ óso boruse
ki ute kanis agkáliase mia ómorfi psichí
|