Τα αγριολούλουδα κοιτάζω του βουνού,
μου μιλούν μου λεν πως είσαι αλλουνού.
Τα αγριολούλουδα κοιτώ κι αναστενάζω,
Της ζωής μου τα συντρίμμια λογαριάζω.
Στα βουνά που ζουν τ’ αηδόνια
στα βουνά που πέφτουν χιόνια,
στα βουνά κι εγώ θα ζήσω
ώσπου να σε λησμονήσω.
Τα αγριολούλουδα με βλέπουν κι απορούν,
της ζωής μου το μυστήριο να βρουν.
Πως με γκρέμισες τρελή στις παραισθήσεις,
μα το ξέρω πως μια μέρα θα γυρίσεις.
Τα αγριολούλουδα δακρύζουν και μου λεν,
στη ζωή κι αν σε κατάντησαν μηδέν.
Όσα πλούτη κι αν θα βρεις κι αν θ’ αποκτήσεις,
είναι μάταια αγάπη αν δε γνωρίσεις
|
Ta agrioluluda kitázo tu vunu,
mu milun mu len pos ise allunu.
Ta agrioluluda kitó ki anastenázo,
Tis zoís mu ta sintrímmia logariázo.
Sta vuná pu zun t’ aidónia
sta vuná pu péftun chiónia,
sta vuná ki egó tha zíso
óspu na se lismoníso.
Ta agrioluluda me vlépun ki aporun,
tis zoís mu to mistírio na vrun.
Pos me gkrémises trelí stis paresthísis,
ma to kséro pos mia méra tha girísis.
Ta agrioluluda dakrízun ke mu len,
sti zoí ki an se katántisan midén.
Όsa pluti ki an tha vris ki an th’ apoktísis,
ine mátea agápi an de gnorísis
|