Σε πλησιάζει δειλά
σαν ένα φίδι που εκδικείται
για να ‘ρθει λίγο κοντά σου
κάτι δικό σου που λείπει μιμείται.
Εσύ αμέσως τσιμπάς
το συμπαθείς λες και χρόνια το ξέρεις,
για τα δικά σου μιλάς
του δίνεις χώρο μα αυτό θα στη φέρει.
Τερμίτες που ροκανίζουν
τα πόδια μιας καρέκλας,
κάποιας μικρής κορυφής
με τον αέρα της ψεύτρας.
Και εσύ που είσαι παιδί
από ‘κεινα που ξέρουν να κλαίνε,
και την αλήθεια στους άλλους δεν λένε
πρόσεξε μην πικραθείς.
Μην τρελαθείς από αυτούς
απ’ τα αιχμηρά τους τα λόγια,
να ξέρεις ότι ο ήλιος βγαίνει στα υπόγεια
και τη ψυχή σου ν’ ακούς.
Και εσύ που είσαι παιδί
από ‘κεινα που ξέρουν να κλαίνε,
και την αλήθεια στους άλλους δεν λένε
πρόσεξε μην τρελαθείς.
|
Se plisiázi dilá
san éna fídi pu ekdikite
gia na ‘rthi lígo kontá su
káti dikó su pu lipi mimite.
Esí amésos tsibás
to sibathis les ke chrónia to kséris,
gia ta diká su milás
tu dínis chóro ma aftó tha sti féri.
Termítes pu rokanízun
ta pódia mias karéklas,
kápias mikrís korifís
me ton aéra tis pseftras.
Ke esí pu ise pedí
apó ‘kina pu ksérun na klene,
ke tin alíthia stus állus den léne
prósekse min pikrathis.
Min trelathis apó aftus
ap’ ta echmirá tus ta lógia,
na kséris óti o ílios vgeni sta ipógia
ke ti psichí su n’ akus.
Ke esí pu ise pedí
apó ‘kina pu ksérun na klene,
ke tin alíthia stus állus den léne
prósekse min trelathis.
|