Ήμουν η σκιά ενός πολύχρωμου πετροσπουργίτη
σφαγμένου απ’ το ψεύτικο γαλάζιο του γυάλινου φεγγίτη.
Ήμουν ο λεκές από σταχτί χνούδι αλλά εγώ,
έζησα πέταξα ξανά στον καθρεφτισμένο ουρανό.
Ήσουνα οπτασία, σε είχανε μαγέψει
κι από το δικό μου ουρανό ξαφνικά σε είχαν κλέψει.
Κι έπειτα στην άβυσσο ήθελα να έρθω να σε βρω μακριά μακριά,
τόσο που η καρδιά μου είχε πάψει να χτυπά.
Φωτιά, χλωμή φωτιά,
στην καρδιά μου καίει μια χλωμή φωτιά.
Του άλλου κόσμου αν είχα τα κλειδιά
θα έλυνα του πόνου τα μυστήρια.
Ήμουν η σκιά ενός πολύχρωμου πετροσπουργίτη,
σφαγμένου απ’ την απατηλή απόσταση του γυάλινου φεγγίτη.
Έμεινα για χρόνια πίσω από το τζάμι να κοιτώ,
κι είχα ήδη πάψει να πιστεύω σ’ οποιονδήποτε θεό.
Σ’ έχασα και τώρα πια κοιτώντας προς τον ουρανό,
μες στα σύννεφα τα πάντα πια μπορώ να δω.
Τώρα πια σηκώνοντας τα μάτια μου πολύ ψηλά, μακριά μακριά,
στον αληθινό ουρανό κοιτάζω μια χλωμή φωτιά.
Φωτιά, χλωμή φωτιά,
στην καρδιά μου καίει μια χλωμή φωτιά.
Του άλλου κόσμου αν είχα τα κλειδιά
θα έλυνα του πόνου τα μυστήρια.
|
Ήmun i skiá enós políchromu petrospurgiti
sfagménu ap’ to pseftiko galázio tu giálinu fengiti.
Ήmun o lekés apó stachtí chnudi allá egó,
ézisa pétaksa ksaná ston kathreftisméno uranó.
Ήsuna optasía, se ichane magépsi
ki apó to dikó mu uranó ksafniká se ichan klépsi.
Ki épita stin ávisso íthela na értho na se vro makriá makriá,
tóso pu i kardiá mu iche pápsi na chtipá.
Fotiá, chlomí fotiá,
stin kardiá mu kei mia chlomí fotiá.
Tu állu kósmu an icha ta klidiá
tha élina tu pónu ta mistíria.
Ήmun i skiá enós políchromu petrospurgiti,
sfagménu ap’ tin apatilí apóstasi tu giálinu fengiti.
Έmina gia chrónia píso apó to tzámi na kitó,
ki icha ídi pápsi na pistevo s’ opiondípote theó.
S’ échasa ke tóra pia kitóntas pros ton uranó,
mes sta sínnefa ta pánta pia boró na do.
Tóra pia sikónontas ta mátia mu polí psilá, makriá makriá,
ston alithinó uranó kitázo mia chlomí fotiá.
Fotiá, chlomí fotiá,
stin kardiá mu kei mia chlomí fotiá.
Tu állu kósmu an icha ta klidiá
tha élina tu pónu ta mistíria.
|