Βρε πως μπατιρίσαμε
που σαρανταρίσαμε
Τι γοργά περνούν τα χρόνια
μήτε που καλά το ξέρεις
πάει έσπασε ο Γρηγόρης
να που σπάει κι ο Λευτέρης
κι ο Βασίλης ρε μαράζι
τήνε βγάζει δεν τη βγάζει
Βρε πως μπατιρίσαμε
που σαρανταρίσαμε
Στο νεφρό του ο Νικολάκης
οικονόμησε μια πέτρα
ο Ηλίας έχει στρώσει
μια φαλάκρα δύο μέτρα
κι ο αφράτος ο Σωτήρης
έχει φέξει σαν φακίρης
Βρε πως μπατιρίσαμε
που σαρανταρίσαμε
Ο Κωστάκης πήρε σπίτι
Γερμανίδα νοσοκόμα
ο Γιωργάκης ο τσαχπίνης
κλείστηκε στη γεροκόμα
κι ο σπαθάτος ο Αντρέας
έγινε ένα μάτσο κρέας
Βρε πως μπατιρίσαμε
που σαρανταρίσαμε
Του Γιαννάκη τα δυο μάτια
εκρεμάσανε σακούλες
ο Μιχάλης είναι τίγκα
με κοιλιές και με προγούλες
κι έτσι στο παλιό μας στέκι
μόνο ο Χρήστος καλοστέκει
|
Ore pos batirísame
pu sarantarísame
Ti gorgá pernun ta chrónia
míte pu kalá to kséris
pái éspase o Grigóris
na pu spái ki o Leftéris
ki o Oasílis re marázi
tíne vgázi den ti vgázi
Ore pos batirísame
pu sarantarísame
Sto nefró tu o Nikolákis
ikonómise mia pétra
o Ilías échi strósi
mia falákra dío métra
ki o afrátos o Sotíris
échi féksi san fakíris
Ore pos batirísame
pu sarantarísame
O Kostákis píre spíti
Germanída nosokóma
o Giorgákis o tsachpínis
klistike sti gerokóma
ki o spathátos o Antréas
égine éna mátso kréas
Ore pos batirísame
pu sarantarísame
Tu Giannáki ta dio mátia
ekremásane sakules
o Michális ine tígka
me kiliés ke me progules
ki étsi sto palió mas stéki
móno o Chrístos kalostéki
|