Η κυρία τελικά μου επεβλήθη
και μου πούλησε ωραίο παραμύθι,
ότι, δήθεν, μ’ αγαπά, μου συστήνει τη μαμά
και μετά, και μετά, τον κουμπάρο, τον παπά.
Σας μιλάω με μεγάλη ειλικρίνεια,
στη ζωή μου δεν ξανάδα τέτοια γκίνια,
απ’ τις πέντε το πρωί, πριν ακόμα ο ήλιος βγει
στον μπουφέ, στον μπουφέ του σερβίρω τον καφέ.
Μόλις παίρνω το μισθό απ’ την εταιρία,
μου τον παίρνει κατευθείαν η κυρία,
τον μετράει, τον μετράει και στο Κολωνάκι πάει,
ν’ αγοράσει, φερ’ ειπείν, πεδιλάκια και μπλουτζήν.
Λογιστής, λογιστικά, υπερωρίες
και τον χάνω με διάφορες κυρίες,
πόκερ, πόκα και κουμκάν και ουίσκυ στο σερβάν
και εγώ μόνη με το νυχτικό.
Στριμωγμένος μέσα στα λεωφορεία,
κατεβαίνει με ταξάκι η κυρία,
παραμύθι, χι ψι ξι, ψήνει και τον ταξιτζή
με φιλιά και την παίρνει στη δουλειά.
Δικηγόρε, δικαστή, ειρηνοδίκη,
τού επλήρωσα τα χρέη και το νοίκι,
τα τσιγάρα, το πιοτό, δεν ταιριάζουμε, γι’ αυτό
χι ψι ξι, προτιμώ τον ταξιτζή.
Διαζύγιο ζητάει η κυρία,
τής το δίνω με την πρώτη ευκαιρία,
θέλει και διατροφή, κόβω απ’ την οροφή
το σουβά και μου κάνει και καυγά.
|
I kiría teliká mu epevlíthi
ke mu pulise oreo paramíthi,
óti, díthen, m’ agapá, mu sistíni ti mamá
ke metá, ke metá, ton kubáro, ton papá.
Sas miláo me megáli ilikrínia,
sti zoí mu den ksanáda tétia gkínia,
ap’ tis pénte to pri, prin akóma o ílios vgi
ston bufé, ston bufé tu servíro ton kafé.
Mólis perno to misthó ap’ tin etería,
mu ton perni katefthian i kiría,
ton metrái, ton metrái ke sto Kolonáki pái,
n’ agorási, fer’ ipin, pedilákia ke blutzín.
Logistís, logistiká, iperoríes
ke ton cháno me diáfores kiríes,
póker, póka ke kumkán ke uíski sto serván
ke egó móni me to nichtikó.
Strimogménos mésa sta leoforia,
kateveni me taksáki i kiría,
paramíthi, chi psi ksi, psíni ke ton taksitzí
me filiá ke tin perni sti duliá.
Dikigóre, dikastí, irinodíki,
tu eplírosa ta chréi ke to niki,
ta tsigára, to piotó, den teriázume, gi’ aftó
chi psi ksi, protimó ton taksitzí.
Diazígio zitái i kiría,
tís to díno me tin próti efkería,
théli ke diatrofí, kóvo ap’ tin orofí
to suvá ke mu káni ke kavgá.
|