Είχα μάτια δει πολλά,
ένοχα και ντροπαλά
μάτια που δε με ρωτήσανε,
αν τρελά με κατακτήσανε.
Μ’ έκαψε όμως μια φωτιά
από πράσινη ματιά
που το ξέρω θα με καίει
ως τα γηρατειά.
Δυο πράσινα μάτια με μπλε βλεφαρίδες
με έχουνε κάνει τρελό.
Καρδιά μου να ξέρεις τα μάτια που είδες
πως δε θα σου βγουν σε καλό.
Φοβάμαι ακόμα και να τους το πω
γιατί έχουν το χρώμα το πρασινωπό.
Δυο πράσινα μάτια με μπλε βλεφαρίδες
με μάθανε πως ν’ αγαπώ.
Μάτια πράσινα γλυκά,
μάτια μελαγχολικά
που στο βλέμμα σας ζαλίζομαι
και πονώ και βασανίζομαι.
Σας ζηλεύω τρομερά,
σας λατρεύω τρυφερά
μάτια πράσινα με καίνε
πρώτη μου φορά.
|
Icha mátia di pollá,
énocha ke ntropalá
mátia pu de me rotísane,
an trelá me kataktísane.
M’ ékapse ómos mia fotiá
apó prásini matiá
pu to kséro tha me kei
os ta giratiá.
Dio prásina mátia me ble vlefarídes
me échune káni treló.
Kardiá mu na kséris ta mátia pu ides
pos de tha su vgun se kaló.
Fováme akóma ke na tus to po
giatí échun to chróma to prasinopó.
Dio prásina mátia me ble vlefarídes
me máthane pos n’ agapó.
Mátia prásina gliká,
mátia melagcholiká
pu sto vlémma sas zalízome
ke ponó ke vasanízome.
Sas zilevo tromerá,
sas latrevo triferá
mátia prásina me kene
próti mu forá.
|