Ένας αϊτός
Ένας αϊτός μωρέ ένας αϊτός
καθότανε ναι μωρέ, καθότανε
αχ ένας αϊτός καθότανε
στον ήλιο και λιαζότανε
ναι μωρέ λιαζότανε
Και τσίμπαγε τα νύχια του
μωρέ τα νυχάκια του
αχ και τσίμπαγε τα νύχια του
τα νυχοποδαράκια του
του μωρέ ποδαράκια του
Νύχια μωρέ νύχια,
νύχια μου και νυχάκια μου
μωρέ νυχάκια μου
νύχια μου και νυχάκια μου
και νυχοποδαράκια μου
μου μωρέ ποδαράκια μου
|
Έnas aitós
Έnas aitós moré énas aitós
kathótane ne moré, kathótane
ach énas aitós kathótane
ston ílio ke liazótane
ne moré liazótane
Ke tsíbage ta níchia tu
moré ta nichákia tu
ach ke tsíbage ta níchia tu
ta nichopodarákia tu
tu moré podarákia tu
Níchia moré níchia,
níchia mu ke nichákia mu
moré nichákia mu
níchia mu ke nichákia mu
ke nichopodarákia mu
mu moré podarákia mu
|