Μέσα στα δέντρα
μέσα στο σκοτάδι
φοράν κουκούλες άσπρες οι λευκοί
του νέγρου η καρδιά
πουλί που σπαρταράει
και όλα τελειώνουν την αυγή.
Θεέ μου, κάνε μη του πάρουν
τα δυο δολάρια που κρατεί
γι’ αυτούς δυο μπύρες παραπάνω
για τα παιδιά του όμως ψωμί.
Μέσα στις λάσπες
μες σ’ ένα χαντάκι
του νέγρου ξαφνιασμένη η μορφή
στο χέρι του σφιχτά
δολάρια δύο κρατάει
μα τι να καταλάβουν οι λευκοί;
|
Mésa sta déntra
mésa sto skotádi
forán kukules áspres i lefki
tu négru i kardiá
pulí pu spartarái
ke óla teliónun tin avgí.
Theé mu, káne mi tu párun
ta dio dolária pu krati
gi’ aftus dio bíres parapáno
gia ta pediá tu ómos psomí.
Mésa stis láspes
mes s’ éna chantáki
tu négru ksafniasméni i morfí
sto chéri tu sfichtá
dolária dío kratái
ma ti na katalávun i lefki;
|