Τη νύχτα που σ’ αγάπησα
σου `δωσα τα κλειδιά μου
και σ’ άφησα ορθάνοιχτα
κι ας ήτανε μεσάνυχτα,
τις πόρτες της καρδιάς μου.
Σε πόθησα, σε πρόδωσα
αλήθεια σου, ψευτιά σου,
πάνω στα βράχια σου έπεσα
και μάτωσα μα σ’ έπεισα
πως ήμουνα δικιά σου.
Γυαλιά κομμάτια μου,
το φως στα μάτια μου,
το φως που σου ’κλεψα,
το φως μου για να δω.
Το φως στα μάτια μου,
ζωή κατάντια μου,
ανάσα που έκλεψα,
ανάσα για να ζω.
Τα χέρια σου μαχαίρια σου
ξυράφια και λεπίδες
με έγδαραν, με χάιδεψαν
με πόνεσαν με λάτρεψαν
μου κρύψαν τις πυξίδες.
Αδέλφια μου και μάνες μου
κλειδώσαν τα κελιά μου
τα δυο μου χέρια άνοιξα,
καυτό ατσάλι άντεξα,
βαθιά στα σωθηκά μου.
Γυαλιά κομμάτια μου,
το φως στα μάτια μου,
το φως που σου ’κλεψα,
το φως μου για να δω.
|
Ti níchta pu s’ agápisa
su `dosa ta klidiá mu
ke s’ áfisa orthánichta
ki as ítane mesánichta,
tis pórtes tis kardiás mu.
Se póthisa, se pródosa
alíthia su, pseftiá su,
páno sta vráchia su épesa
ke mátosa ma s’ épisa
pos ímuna dikiá su.
Gialiá kommátia mu,
to fos sta mátia mu,
to fos pu su ’klepsa,
to fos mu gia na do.
To fos sta mátia mu,
zoí katántia mu,
anása pu éklepsa,
anása gia na zo.
Ta chéria su macheria su
ksiráfia ke lepídes
me égdaran, me cháidepsan
me pónesan me látrepsan
mu krípsan tis piksídes.
Adélfia mu ke mánes mu
klidósan ta keliá mu
ta dio mu chéria ániksa,
kaftó atsáli ánteksa,
vathiá sta sothiká mu.
Gialiá kommátia mu,
to fos sta mátia mu,
to fos pu su ’klepsa,
to fos mu gia na do.
|