Σφυρίζει στην ταράτσα η ζωστήρα
σε παίρνουν και σε πάνε στην αυλή
ξωκλήσια και νησιά χωρίς αρμύρα
δε θα θυμάσαι πια μες στη ζωή
Κλειστό και χαμηλό το καμαράκι
πριν από χρόνια θα ‘ταν πλυσταριό
μα συ μικρό παιδί, παλικαράκι,
φαρμάκωσες ετούτο τον καιρό
μ’ ένα καρφί και μ’ ένα καθρεφτάκι
τις φλέβες όταν έκοψες θαρρώ
Μιλώ στη Παναγιά και τον κριτή σου
τα χρόνια σου μετρώ με τον καημό
μα πες μου αν έχει ο βασανιστής σου
αν έχει μάτια, στόμα και λαιμό
Κλειστό και χαμηλό το καμαράκι
πριν από χρόνια θα `ταν πλυσταριό
μα συ μικρό παιδί, παλικαράκι,
φαρμάκωσες ετούτο τον καιρό
μ’ ένα καρφί και μ’ ένα καθρεφτάκι
τις φλέβες όταν έκοψες θαρρώ
|
Sfirízi stin tarátsa i zostíra
se pernun ke se páne stin avlí
ksoklísia ke nisiá chorís armíra
de tha thimáse pia mes sti zoí
Klistó ke chamiló to kamaráki
prin apó chrónia tha ‘tan plistarió
ma si mikró pedí, palikaráki,
farmákoses etuto ton keró
m’ éna karfí ke m’ éna kathreftáki
tis fléves ótan ékopses tharró
Miló sti Panagiá ke ton krití su
ta chrónia su metró me ton kaimó
ma pes mu an échi o vasanistís su
an échi mátia, stóma ke lemó
Klistó ke chamiló to kamaráki
prin apó chrónia tha `tan plistarió
ma si mikró pedí, palikaráki,
farmákoses etuto ton keró
m’ éna karfí ke m’ éna kathreftáki
tis fléves ótan ékopses tharró
|