Ιαχές έχουν γίνει οι στεναγμοί
Της άμοιρης
Και οξείες βοές οι κατάρες της
Γίναν κακό
Γάμο ο προδότης να έχει
Για τ’ άδικα πάθη της
Τον Δία φωνάζει
Και τη Θέμη των όρκων
Που αυτή την επέρασε
Στην μεγάλη Ελλάδα
Στην απέναντι γη
Και με αρμυρό σαν τα δάκρυα κλειδί
Την κατάκλειστη άνοιξε
Θάλασσα, νύχτα
|
Iachés échun gini i stenagmi
Tis ámiris
Ke oksies voés i katáres tis
Ginan kakó
Gámo o prodótis na échi
Gia t’ ádika páthi tis
Ton Día fonázi
Ke ti Thémi ton órkon
Pu aftí tin epérase
Stin megáli Elláda
Stin apénanti gi
Ke me armiró san ta dákria klidí
Tin katáklisti ánikse
Thálassa, níchta
|