Υπάρχουν φορές που όλα θυμίζουν κάτι
απ’ όμορφες στιγμές που φύγαν μ’ ένα δάκρυ
και έτσι εσύ στη σιωπή χαμογελάς
σαν παιδί σε προσευχή ψηλά κοιτάς
Άραγε μπορείς να θυμηθείς το χάδι
στο τέρμα της πληγής βαθιά μες στο σκοτάδι
στη σκηνή το πρωί ξαναγυρνάς
μια στολή που μια ζωή θα φοράς
Άσε με να `ρθω να σου μιλήσω λίγο
για έναν ουρανό άσε με και θα φύγω
μονάχα εκεί θα βρεις το φως και τη σκιά σου
πήγαινε να δεις μην καις τα δάκρυα σου
Θυμάμαι μια φορά που ορκίστηκα στον ήλιο
να ζω με την καρδιά και ας έπεφτα σαν φύλλο
μα η βροχή δυνατή ξέπλυνε
κάθε όρκο και ευχή και με έδειχνε
|
Ipárchun forés pu óla thimízun káti
ap’ ómorfes stigmés pu fígan m’ éna dákri
ke étsi esí sti siopí chamogelás
san pedí se prosefchí psilá kitás
Άrage boris na thimithis to chádi
sto térma tis pligís vathiá mes sto skotádi
sti skiní to pri ksanagirnás
mia stolí pu mia zoí tha forás
Άse me na `rtho na su milíso lígo
gia énan uranó áse me ke tha fígo
monácha eki tha vris to fos ke ti skiá su
pígene na dis min kes ta dákria su
Thimáme mia forá pu orkístika ston ílio
na zo me tin kardiá ke as épefta san fíllo
ma i vrochí dinatí ksépline
káthe órko ke efchí ke me édichne
|