Κρύα που `ναι η νύχτα
μανιακός βοριάς φυσά
σαν σκισμένη σελίδα
στους δρόμους ανεμίζεις
Το πικάπ από ώρα
έχει πλέον σωπάσει
δυναμώνει η μπόρα
τα φώτα έχουν νυστάξει
Έξω αστράφτει και κρύβεσαι
επάνω μου, από ανάγκη μόνο,
κι όσο πάει τυλίγεσαι
όχι απ’ αγάπη, αλλά από φόβο…
Κρύα που `ναι η νύχτα
ξεπαγιάζεις κι απόψε
παλιές αναμνήσεις
στρώνεις, να ζεσταθείς.
Έξω αστράφτει και κρύβεσαι
επάνω μου, από ανάγκη μόνο,
κι όσο πάει τυλίγεσαι
όχι απ’ αγάπη, αλλά από φόβο…
|
Kría pu `ne i níchta
maniakós voriás fisá
san skisméni selída
stus drómus anemízis
To pikáp apó óra
échi pléon sopási
dinamóni i bóra
ta fóta échun nistáksi
Έkso astráfti ke krívese
epáno mu, apó anágki móno,
ki óso pái tilígese
óchi ap’ agápi, allá apó fóvo…
Kría pu `ne i níchta
ksepagiázis ki apópse
paliés anamnísis
strónis, na zestathis.
Έkso astráfti ke krívese
epáno mu, apó anágki móno,
ki óso pái tilígese
óchi ap’ agápi, allá apó fóvo…
|