Στέκεσαι μόνος στους πολλούς
μπροστά στο κόκκινο φανάρι,
κάνεις να πέσεις στους τροχούς
κι ο χάρος όποιον θέλει ας πάρει ?
Για τα παιδιά σου θα `ναι κρίμα,
για τη γυναίκα σου μαρτύριο,
κρατάς μετέωρο το βήμα
μπροστά στο φοβερό κριτήριο.
Κοιτάς στο χέρι σου την ώρα,
ένας σε σπρώχνει, άλλος σε βρίζει,
σάπιο κατάστρωμα που τρίζει
η κοινωνία μέσα στην μπόρα.
Όλοι φτωχοί, εχθροί και μόνοι
κι οι σατανάδες στο τιμόνι,
στα βράχια ρίχνουν το καράβι,
ποτίζουν τη φωτιά με λάδι.
Έχεις πού να πας, να κοιμηθείς, να φας,
να ησυχάσεις ;
Έστω για λίγο να ξεχάσεις,
πες μου…Έχεις πού να πας ή όχι;
Και πιασμένος στην απόχη,
σαν το ψάρι σπαρταράς.
Έχεις πού να πας ή όχι;
Και θαμμένος σε μια κόχη
την ψυχή σου τυραννάς;
Έχεις πού να πας;
Στέκεσαι ακόμα στο φανάρι,
μετρώντας του γκρεμού την κόψη
σε στεφανώνει το φεγγάρι,
του Εσταυρωμένου έχεις την όψη.
Μα δεν υπάρχει εκκλησία
να αποθεώσει τον σταυρό σου,
μόνος πηγαίνεις στη θυσία,
αθώο θύμα στο χαμό σου.
|
Stékese mónos stus pollus
brostá sto kókkino fanári,
kánis na pésis stus trochus
ki o cháros ópion théli as pári ?
Gia ta pediá su tha `ne kríma,
gia ti gineka su martírio,
kratás metéoro to víma
brostá sto foveró kritírio.
Kitás sto chéri su tin óra,
énas se spróchni, állos se vrízi,
sápio katástroma pu trízi
i kinonía mésa stin bóra.
Όli ftochi, echthri ke móni
ki i satanádes sto timóni,
sta vráchia ríchnun to karávi,
potízun ti fotiá me ládi.
Έchis pu na pas, na kimithis, na fas,
na isichásis ;
Έsto gia lígo na ksechásis,
pes mu…Έchis pu na pas í óchi;
Ke piasménos stin apóchi,
san to psári spartarás.
Έchis pu na pas í óchi;
Ke thamménos se mia kóchi
tin psichí su tirannás;
Έchis pu na pas;
Stékese akóma sto fanári,
metróntas tu gkremu tin kópsi
se stefanóni to fengári,
tu Estavroménu échis tin ópsi.
Ma den ipárchi ekklisía
na apotheósi ton stavró su,
mónos pigenis sti thisía,
athóo thíma sto chamó su.
|