Αλίμονο μας, συμφορές μας βρήκανε Σαπφώ μου
διόλου δε θέλω, πίστεψε, να φύγω από κοντά σου
Πήγαινε και μη σε νοιάζει, να με θυμάσαι που και που
γιατί καλά το ξέρεις πως σου φερθήκαμε εδώ
κι αν τα ‘χεις λησμονήσει
μπορώ εγώ να σου το πω
Πόσο αγαπημένες είμαστε οι δυο
και τι καλά περάσαμε αντάμα
Πόσα στεφάνια έφτιαξες
πότε μενεξεδένια
πότε με τριαντάφυλλα
κίτρινα να μου δώσεις
Πόσα κρεμούσες άλλα
στον τρυφερό σου το λαιμό
πλεγμένα μ’ άνθη φρέσκα
και έλουζες με μύρο
βασιλικό από τη Βρένθη
το όμορφο κεφαλάκι σου
Και στο απαλό το στρώμα
τον ακριβό τον πόθο, ξάπλωνες,
των κοριτσιών να ζήσεις
|
Alímono mas, simforés mas vríkane Sapfó mu
diólu de thélo, pístepse, na fígo apó kontá su
Pígene ke mi se niázi, na me thimáse pu ke pu
giatí kalá to kséris pos su ferthíkame edó
ki an ta ‘chis lismonísi
boró egó na su to po
Póso agapiménes imaste i dio
ke ti kalá perásame antáma
Pósa stefánia éftiakses
póte meneksedénia
póte me triantáfilla
kítrina na mu dósis
Pósa kremuses álla
ston triferó su to lemó
plegména m’ ánthi fréska
ke éluzes me míro
vasilikó apó ti Orénthi
to ómorfo kefaláki su
Ke sto apaló to stróma
ton akrivó ton pótho, ksáplones,
ton koritsión na zísis
|