Σε άλλες, μισοσκότεινες,
σκοτώνω τα προσχήματα που κάλυψαν την τρέλα,
περιφέρω το κορμί μου σε διαδρόμους κρατικής υπηρεσίας
για τυφλούς, τα ψιλά απ’ το ταμείο ανεργίας,
τα τσιγάρα, το γυρτό λεωφορείο,
το δικό σου, αμετάκλητο, αντίο,
στις βιτρίνες της οδού Ιεριχούς.
Μες στα πάρκα, άγιος και μακελάρης,
τα συνθήματα, διαβάζω, των εφήβων,
παραδίδω το κορμί μου σ’ αστυνόμους,
στρατιώτες, μισθοφόρους και γιατρούς,
στις πλατείες ξεχυθήκαν και πουλάνε συνταγές
οι μεταπράτες συνειδήσεων,
στα κανάλια, τα δελτία των ειδήσεων,
αδιάφορα χαϊδεύουν τους πολλούς.
Τα ψιλά απ’ το ταμείο ανεργίας,
τα τσιγάρα, το γυρτό λεωφορείο,
το δικό σου, αμετάκλητο, αντίο,
στις βιτρίνες της οδού Ιεριχούς.
|
Se álles, misoskótines,
skotóno ta proschímata pu kálipsan tin tréla,
periféro to kormí mu se diadrómus kratikís ipiresías
gia tiflus, ta psilá ap’ to tamio anergias,
ta tsigára, to girtó leoforio,
to dikó su, ametáklito, antío,
stis vitrínes tis odu Ierichus.
Mes sta párka, ágios ke makeláris,
ta sinthímata, diavázo, ton efívon,
paradído to kormí mu s’ astinómus,
stratiótes, misthofórus ke giatrus,
stis platies ksechithíkan ke puláne sintagés
i metaprátes sinidíseon,
sta kanália, ta deltía ton idíseon,
adiáfora chaidevun tus pollus.
Ta psilá ap’ to tamio anergias,
ta tsigára, to girtó leoforio,
to dikó su, ametáklito, antío,
stis vitrínes tis odu Ierichus.
|