Κι απόψε οι καημοί
με βρήκανε στους δρόμους να γυρνάω
και συ ούτε στιγμή
δε νοιάστηκες τι κάνω, πως περνάω
Ούτε ένα τηλεφώνημα
δυο λόγια έστω ανώνυμα
στο πέρασμά σου όλα τα σκορπάς
εσύ που μου `λεγες πως μ’ αγαπάς
Που να πήγε τόση αγάπη
που να χάθηκε
σαν το όνειρο μιας νύχτας
που δε στάθηκε
Εσύ ήσουν η αφορμή
που ράγισε κι απόψε η καρδιά μου
παλιοί λογαριασμοί
κρατούν στη φυλακή τα όνειρά μου
οι όρκοι που δεν κράτησες
σαν χρέη που μου άφησες
κι ακόμα τα πληρώνω ακριβά
Η θύμησή σου απόψε με πονά
Που να πήγε τόση αγάπη
που να χάθηκε
σαν το όνειρο μιας νύχτας
που δε στάθηκε
|
Ki apópse i kaimi
me vríkane stus drómus na girnáo
ke si ute stigmí
de niástikes ti káno, pos pernáo
Oíte éna tilefónima
dio lógia ésto anónima
sto pérasmá su óla ta skorpás
esí pu mu `leges pos m’ agapás
Pu na píge tósi agápi
pu na cháthike
san to óniro mias níchtas
pu de státhike
Esí ísun i aformí
pu rágise ki apópse i kardiá mu
palii logariasmi
kratun sti filakí ta ónirá mu
i órki pu den krátises
san chréi pu mu áfises
ki akóma ta pliróno akrivá
I thímisí su apópse me poná
Pu na píge tósi agápi
pu na cháthike
san to óniro mias níchtas
pu de státhike
|