Τ’ αγιοπετρίτικα παιδιά
είναι καΐκια με πανιά
που κουβαλούν το λάθος.
Πυρακτωμένα είναι σπαθιά
που σιγοκαίγονται δειλά
στου έρωτα το πάθος.
Εγώ δεν είμαι μοναχός,
μόνο ντύνομαι στα μαύρα.
Μου φέρνει ο άνθρωπος Θεό,
η άβυσσος γοητεία.
Πάνω στο κύμα περπατώ,
βουτώ στην αμαρτία
Τ’ αγιοπετρίτικα παιδιά
ξέρουν αρχαία μυστικά,
των εραστών τα όμορφα λόγια.
Πως ν’ αγαπούν και να πονούν,
ν’ αρπάζονται και να μεθούν,
να κάνουν ό,τι θέλουν.
Εγώ δεν είμαι μοναχός,
μόνο ντύνομαι στα μαύρα.
Μου φέρνει ο άνθρωπος Θεό,
η άβυσσος γοητεία.
Πάνω στο κύμα περπατώ,
βουτώ στην αμαρτία
|
T’ agiopetrítika pediá
ine kaΐkia me paniá
pu kuvalun to láthos.
Piraktoména ine spathiá
pu sigokegonte dilá
stu érota to páthos.
Egó den ime monachós,
móno ntínome sta mavra.
Mu férni o ánthropos Theó,
i ávissos goitia.
Páno sto kíma perpató,
vutó stin amartía
T’ agiopetrítika pediá
ksérun archea mistiká,
ton erastón ta ómorfa lógia.
Pos n’ agapun ke na ponun,
n’ arpázonte ke na methun,
na kánun ó,ti thélun.
Egó den ime monachós,
móno ntínome sta mavra.
Mu férni o ánthropos Theó,
i ávissos goitia.
Páno sto kíma perpató,
vutó stin amartía
|