Σιωπηλή μακρινή και πικρή με τα μάτια κλαμένα
δε μιλάς δε γελάς και θαρρώ υποφέρεις για μένα
για μένα που σ’ έχω Θεό που δίχως εσέ δεν μπορώ
δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω και τα `χω χαμένα
Φοβάμαι που κλαις φοβάμαι που κλαις
το άδικο δάκρυ φοβάμαι
φοβάμαι που κλαις και λέξη δε λες
γιατί αν σε χάσω ποιος θα ‘μαι
Μοναχός και φτωχός και σκυφτός ένας άντρας θε να ‘μαι
θα γυρίζω νωρίς θα κρυώνω και δε θα κοιμάμαι
και θα σκέφτομαι πότε θα ‘ρθεις το στρώμα μου να μοιραστείς
δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω και μόνο φοβάμαι
|
Siopilí makriní ke pikrí me ta mátia klaména
de milás de gelás ke tharró ipoféris gia ména
gia ména pu s’ écho Theó pu díchos esé den boró
den kséro ti prépi na káno ke ta `cho chaména
Fováme pu kles fováme pu kles
to ádiko dákri fováme
fováme pu kles ke léksi de les
giatí an se cháso pios tha ‘me
Monachós ke ftochós ke skiftós énas ántras the na ‘me
tha girízo norís tha krióno ke de tha kimáme
ke tha skéftome póte tha ‘rthis to stróma mu na mirastis
den kséro ti prépi na káno ke móno fováme
|