Με κοιτάζεις μες στα μάτια και μου λες πως μ’ αγαπάς,
κι εγώ γίνομαι κομμάτια όταν πάνω μου ακουμπάς,
δεν μπορώ να το πιστέψω ότι είμαστε μαζί
κάθε ώρα που περνάει σ’ αγαπάω πιο πολύ.
Και τρέμω στην ιδέα πως κάπου αλλού θα πας
και τρέμω την ημέρα που δε θα μ’ αγαπάς,
και τρέμω μη σε χάσω γιατί θα τρελαθώ,
δε θέλω, δε θέλω το αντίο σου να δω.
Μου χαρίζεις τη ζωή σου, στον παράδεισο με πας,
“θα `μαι πάντοτε μαζί σου” λες, και μου χαμογελάς,
μα για πες μου πως να ζήσω μιαν αγάπη σαν κι αυτή,
κάθε ώρα που περνάει θα φοβάμαι πιο πολύ.
Και τρέμω στην ιδέα πως κάπου αλλού θα πας
και τρέμω την ημέρα που δε θα μ’ αγαπάς,
και τρέμω μη σε χάσω γιατί θα τρελαθώ,
δε θέλω, δε θέλω το αντίο σου να δω.
|
Me kitázis mes sta mátia ke mu les pos m’ agapás,
ki egó ginome kommátia ótan páno mu akubás,
den boró na to pistépso óti imaste mazí
káthe óra pu pernái s’ agapáo pio polí.
Ke trémo stin idéa pos kápu allu tha pas
ke trémo tin iméra pu de tha m’ agapás,
ke trémo mi se cháso giatí tha trelathó,
de thélo, de thélo to antío su na do.
Mu charízis ti zoí su, ston parádiso me pas,
“tha `me pántote mazí su” les, ke mu chamogelás,
ma gia pes mu pos na zíso mian agápi san ki aftí,
káthe óra pu pernái tha fováme pio polí.
Ke trémo stin idéa pos kápu allu tha pas
ke trémo tin iméra pu de tha m’ agapás,
ke trémo mi se cháso giatí tha trelathó,
de thélo, de thélo to antío su na do.
|