Αν δεις στον ύπνο ναυαγό
και με το κύμα το θολό που θα παλεύει,
θα είμαι εγώ,
αν δεις στον ύπνο σου φτωχό,
με ικεσία να σου λέει, σ’ αγαπώ,
κι αγάπη να γυρεύει, θα είμαι εγώ.
Θα είμαι εγώ, χαρτί που παίρνει ο βοριάς,
ο αδερφός της μοναξιάς, που αργοπεθαίνει,
θα είμαι εγώ, φωνή που πνίγει ο λυγμός,
της λησμονιάς ο ναυαγός που σε προσμένει.
Αν δεις στον ύπνο σου εκκλησιά,
στα μανουάλια τα κεριά να σιγοκαίνε,
θα είμαι εγώ,
αν δεις στον ύπνο σου ψυχή
απελπισμένη και με κλάμα,
προσευχή τα χείλη της να λένε, θα είμαι εγώ.
Θα είμαι εγώ, χαρτί που παίρνει ο βοριάς,
ο αδερφός της μοναξιάς, που αργοπεθαίνει,
θα είμαι εγώ, φωνή που πνίγει ο λυγμός,
της λησμονιάς ο ναυαγός που σε προσμένει.
|
An dis ston ípno nafagó
ke me to kíma to tholó pu tha palevi,
tha ime egó,
an dis ston ípno su ftochó,
me ikesía na su léi, s’ agapó,
ki agápi na girevi, tha ime egó.
Tha ime egó, chartí pu perni o voriás,
o aderfós tis monaksiás, pu argopetheni,
tha ime egó, foní pu pnígi o ligmós,
tis lismoniás o nafagós pu se prosméni.
An dis ston ípno su ekklisiá,
sta manuália ta keriá na sigokene,
tha ime egó,
an dis ston ípno su psichí
apelpisméni ke me kláma,
prosefchí ta chili tis na léne, tha ime egó.
Tha ime egó, chartí pu perni o voriás,
o aderfós tis monaksiás, pu argopetheni,
tha ime egó, foní pu pnígi o ligmós,
tis lismoniás o nafagós pu se prosméni.
|