Ο τόπος που γνώρισα δεν είναι εδώ
θα πω ό,τι πρόλαβα λίγο να δω
παρτίδα που παίχτηκε σε χώρα νεκρή
μια θάλασσα αρμύρα, μια γεύση πικρή.
Η πατρίδα μου, την ελπίδα μου τη σκοτώνει
σπέρνει θάνατο και αθάνατο με λυτρώνει
ποιο το σφάλμα της, ποιο το άλμα της, ποια η ευχή μου
αχ, Ελλάδα μου στα τραγούδια που λέω, σ’ αγαπώ.
Παιδιά παίζουν έρωτα πλάι στο γκρεμό
φορώντας χρυσό φυλαχτό στο λαιμό
Ελλάδα, ρεμπέτικο βήμα, βαρύ
τα κρίματα λάθη με μιας συγχωρεί.
Μεγάλωσα πίνοντας λάβα και γη
δεν είδα καμιά στη ζωή μου αλλαγή
μονάχα με σώζει το ανήλεο φως
το χέρι που γίνεται χέρι αδερφός.
|
O tópos pu gnórisa den ine edó
tha po ó,ti prólava lígo na do
partída pu pechtike se chóra nekrí
mia thálassa armíra, mia gefsi pikrí.
I patrída mu, tin elpída mu ti skotóni
spérni thánato ke athánato me litróni
pio to sfálma tis, pio to álma tis, pia i efchí mu
ach, Elláda mu sta tragudia pu léo, s’ agapó.
Pediá pezun érota plái sto gkremó
foróntas chrisó filachtó sto lemó
Elláda, rebétiko víma, varí
ta krímata láthi me mias sigchori.
Megálosa pínontas láva ke gi
den ida kamiá sti zoí mu allagí
monácha me sózi to aníleo fos
to chéri pu ginete chéri aderfós.
|