Σε γιορτινό αγώνισμα παίζατε τις αμάδες
και δεν καταδεχόσασταν το κωμικό παιδί,
μα, τώρα, στον αγώνα νικούνε οι καρβουνάδες,
που έχουν στην μεριά τους
τον ίδιο τον ποιητή.
Ζει τα ωραία πράγματα μ’ αίμα και με θυσίες,
προς το συμφέρον όλων σας και το κοινό καλό.
Δε θα σας πει παινέματα, δεν ξέρει κολακείες
και για την ευτυχία σας πληρώνει τον καιρό.
Μούσα καρβουναρού,
θράκα μου πυρωμένη,
σπιθίτσα φουντωμένη
μ’ αναπνοές τρελού.
Βαρδάρη που μιλά
σαν ψάρι φαγωμένο,
αχ, πολλαπλασιασμένο
και σαν καρβέλι να.
Έλα την Κυριακή
με το βαρύ σου τέμπο
κι οι δυο Σοφία Βέμπο
ακούγαμε εκεί.
(Ποιος μας γηροκομεί
τη σήμερον ημέρα,
ψηστιέρα, καρβουνιέρα,
μούσα δεκεμβριανή.
Πολέμησα καιρό
σε όλα τα πεδία
και με τυφλή μανία
ξέσκιζα τον εχθρό.
Τώρα με χειρουργεί
η αλλήθωρη νεολαία,
μια τσογλανοπαρέα,
που κάνει κριτική.)
Οι γέροι χωριστά,
οι νέοι άλλο πράμα.
Όποιος τους θέλει αντάμα
πληρώνει ακριβά.
Πρόστιμο μια ζωή
στην κλεψύδρα και στα εφετεία.
Είναι μια κοροϊδία,
σειρά του δικαστή.
|
Se giortinó agónisma pezate tis amádes
ke den katadechósastan to komikó pedí,
ma, tóra, ston agóna nikune i karvunádes,
pu échun stin meriá tus
ton ídio ton piití.
Zi ta orea prágmata m’ ema ke me thisíes,
pros to simféron ólon sas ke to kinó kaló.
De tha sas pi penémata, den kséri kolakies
ke gia tin eftichía sas pliróni ton keró.
Musa karvunaru,
thráka mu piroméni,
spithítsa funtoméni
m’ anapnoés trelu.
Oardári pu milá
san psári fagoméno,
ach, pollaplasiasméno
ke san karvéli na.
Έla tin Kiriakí
me to varí su tébo
ki i dio Sofía Oébo
akugame eki.
(Pios mas girokomi
ti símeron iméra,
psistiéra, karvuniéra,
musa dekemvrianí.
Polémisa keró
se óla ta pedía
ke me tiflí manía
kséskiza ton echthró.
Tóra me chirurgi
i allíthori neolea,
mia tsoglanoparéa,
pu káni kritikí.)
I géri choristá,
i néi állo práma.
Όpios tus théli antáma
pliróni akrivá.
Próstimo mia zoí
stin klepsídra ke sta efetia.
Ine mia koroidía,
sirá tu dikastí.
|