Ταχυδρόμε, ταχυδρόμε,
πάρε το γράμμα αυτό
και στείλ’ το στη μανούλα μου
που δε θα ξαναειδώ.
Τα νέα μου της γράφω
μέσα απ’ το κελί,
να μάθει πως ο γιος της
βρίσκεται φυλακή.
Δε σ’ άκουσα, μανούλα μου,
κι έφυγα μακριά σου,
με τα πολλά μου σφάλματα,
πλήγωσα την καρδιά σου.
Παράνομα κυνήγησα
να βρω την ευτυχία,
γι’ αυτό και την περίμενα
μια τέτοια τιμωρία.
Η τελευταία μου πνοή
θα βγει μες στο κελί,
μα έτσι θα γλιτώσεις
κι εσύ απ’ τη ντροπή.
Το πιο μεγάλο έγκλημα
το έκανα σ’ εσένα,
σου γκρέμισα τα όνειρα
που `χες εσύ για `μένα.
Σου άφησα γι’ ανάμνηση,
να με θυμάσαι πάντα,
τη στενοχώρια, τη ντροπή,
τον πόνο και το κλάμα.
Η τελευταία μου πνοή
θα βγει μες στο κελί,
μα έτσι θα γλιτώσεις
κι εσύ απ’ τη ντροπή.
|
Tachidróme, tachidróme,
páre to grámma aftó
ke stil’ to sti manula mu
pu de tha ksanaidó.
Ta néa mu tis gráfo
mésa ap’ to kelí,
na máthi pos o gios tis
vrískete filakí.
De s’ ákusa, manula mu,
ki éfiga makriá su,
me ta pollá mu sfálmata,
plígosa tin kardiá su.
Paránoma kinígisa
na vro tin eftichía,
gi’ aftó ke tin perímena
mia tétia timoría.
I teleftea mu pnoí
tha vgi mes sto kelí,
ma étsi tha glitósis
ki esí ap’ ti ntropí.
To pio megálo égklima
to ékana s’ eséna,
su gkrémisa ta ónira
pu `ches esí gia `ména.
Su áfisa gi’ anámnisi,
na me thimáse pánta,
ti stenochória, ti ntropí,
ton póno ke to kláma.
I teleftea mu pnoí
tha vgi mes sto kelí,
ma étsi tha glitósis
ki esí ap’ ti ntropí.
|