Ιστορίες, φασαρίες, που ‘σαστε, μωρέ παιδιά,
τί μου λένε, τι μου λένε, πως δεν είμαι πια Ρωμιά,
ήρθαν οι καραβανάδες και μου πήραν τα χαρτιά
και μου φέραν τα μαντάτα, πως δεν είμαι πια Ρωμιά,
και μου φέραν τα μαντάτα, πως δεν είμαι πια Ρωμιά.
Μαμά μου, ήσουν φρόνιμη, το ξέρω εγώ καλά
και ο μπαμπάς μου το ‘λεγε πως ήσουνα Ρωμιά.
Να βρισκόμουνα στην Τήνο και ν’ ανάψω ένα κερί,
να μιλήσω, να δακρύσω, να ρωτήσω το γιατί,
πες μου, πες μου, Παναγιά μου, τι είναι τούτα τα στοιχειά
που μας βάλανε στο γύψο και μας πήραν τα χαρτιά,
που μας βάλανε στο γύψο και μας πήραν τα χαρτιά.
Μαμά μου, ήσουν φρόνιμη, το ξέρω εγώ καλά
και ο μπαμπάς μου το ‘λεγε πως ήσουνα Ρωμιά.
Αχ, ραγιάδες, γαλονάδες, Αμερικανών παδιά,
πώς το λέτε, πώς το λέτε, πως δεν είμαι εγώ Ρωμιά,
θα σας πάρουν το κεφάλι, θα `ρθουν πίσω τα παιδιά,
θα μου δώσουν τα χαρτιά μου και θα ζήσω σα Ρωμιά,
θα μου δώσουν τα χαρτιά μου και θα ζήσω σα Ρωμιά.
Η ιστορία τέλειωσε, τα ζώα στα κλουβιά,
η θάλασσα απέραντη κι εγώ πάλι Ρωμιά.
|
Istoríes, fasaríes, pu ‘saste, moré pediá,
tí mu léne, ti mu léne, pos den ime pia Romiá,
írthan i karavanádes ke mu píran ta chartiá
ke mu féran ta mantáta, pos den ime pia Romiá,
ke mu féran ta mantáta, pos den ime pia Romiá.
Mamá mu, ísun frónimi, to kséro egó kalá
ke o babás mu to ‘lege pos ísuna Romiá.
Na vriskómuna stin Tíno ke n’ anápso éna kerí,
na milíso, na dakríso, na rotíso to giatí,
pes mu, pes mu, Panagiá mu, ti ine tuta ta stichiá
pu mas válane sto gipso ke mas píran ta chartiá,
pu mas válane sto gipso ke mas píran ta chartiá.
Mamá mu, ísun frónimi, to kséro egó kalá
ke o babás mu to ‘lege pos ísuna Romiá.
Ach, ragiádes, galonádes, Amerikanón padiá,
pós to léte, pós to léte, pos den ime egó Romiá,
tha sas párun to kefáli, tha `rthun píso ta pediá,
tha mu dósun ta chartiá mu ke tha zíso sa Romiá,
tha mu dósun ta chartiá mu ke tha zíso sa Romiá.
I istoría téliose, ta zóa sta kluviá,
i thálassa apéranti ki egó páli Romiá.
|