Ένα αποχαιρετιστήριο πράγμα καθώς ανάσαινε
κατέβαινε στο χολ με εσώρουχα
με μπογιατισμένο πρόσωπο σαν παλιάτσος
μια βόμβα από την Κολωνία
Στη δεξιά του τσέπη
μια εποχή στην Κόλαση, στην αριστερή
λουρίδες ηλιοβασιλέματος σαν ίνες φλαμουριάς
εξαντλούσαν τα μπράτσα του.
Και τον βρήκαν το πρωί κρεμασμένο
στης εξόδου κινδύνου το παράθυρο
πρόσωπο παγωμένο και σβησμένο
σαν ηλεκτρική λάμπα
Και τα σπουργίτια ήταν κάτω στα θάμνα
και γνώριμα τα σπουργίτια
δεν τραγουδούν βγάζουν ήχο και βγάζουν ήχο
και…. οι άνθρωποι
όχι τα σπουργίτια
τον κατεβάσαν από τη σκάλα
σαν άχρηστη κουκουβάγια
|
Έna apocheretistírio prágma kathós anásene
katévene sto chol me esórucha
me bogiatisméno prósopo san paliátsos
mia vómva apó tin Kolonía
Sti deksiá tu tsépi
mia epochí stin Kólasi, stin aristerí
lurídes iliovasilématos san ínes flamuriás
eksantlusan ta brátsa tu.
Ke ton vríkan to pri kremasméno
stis eksódu kindínu to paráthiro
prósopo pagoméno ke svisméno
san ilektrikí lába
Ke ta spurgitia ítan káto sta thámna
ke gnórima ta spurgitia
den tragudun vgázun ícho ke vgázun ícho
ke…. i ánthropi
óchi ta spurgitia
ton katevásan apó ti skála
san áchristi kukuvágia
|