Μες στο μυαλό μου ξαφνικά ξεσπάει αέρας,
το που φυσάει δε ρωτά,
το που χτυπάει ξεχνάει.
Με μια ριπή του μοναχά τις θύμησες σκορπάει,
μα αφήνει έξω μόνο μια,
αφήνει έξω μόνο μια,
για να με τυραννάει.
Είναι η αγάπη μου η παλιά, στα ξένα πάει,
το που μ’ αφήνει δε ρωτά,
που μ’ αγαπάει ξεχνάει.
Μόνο που κρύβει βιαστικά το δάκρυ που κυλάει,
και το αγέρι που φυσά,
το δάκρυ παίρνει, το κρατά,
για να με τυραννάει.
|
Mes sto mialó mu ksafniká ksespái aéras,
to pu fisái de rotá,
to pu chtipái ksechnái.
Me mia ripí tu monachá tis thímises skorpái,
ma afíni ékso móno mia,
afíni ékso móno mia,
gia na me tirannái.
Ine i agápi mu i paliá, sta kséna pái,
to pu m’ afíni de rotá,
pu m’ agapái ksechnái.
Móno pu krívi viastiká to dákri pu kilái,
ke to agéri pu fisá,
to dákri perni, to kratá,
gia na me tirannái.
|