Μέρες που καρτερούσα
ν’ αλλάξουν οι καιροί,
νύχτες που σεργιανούσα
τρεμάμενο κερί.
Μέρες που συλλογιόμουν
που να ‘σαι, που γυρνάς
κι από ποια βρύση ξένη
πίνεις και ξεδιψάς.
Μέρες που φύγαν, μέρες που θα ‘ρθουν,
χρόνια που σ’ αγαπώ.
Η αγάπη φτάνει σαν πυροφάνι
στης νύχτας το χορό.
Μέρες που φύγαν, μέρες που θα ‘ρθουν,
χρόνια θα σ’ αγαπώ.
Γίνομαι αγάπη, γίνομαι Απρίλης,
σκύβω και σε φιλώ.
Τα χρόνια που διαβήκαν
να σβήσω δεν μπορώ,
οι πίκρες που μας βρήκαν
δεν έχουν τελειωμό.
Στα σύνορα της νύχτας
προσμένει η χαρά
και μες στο φως λουσμένη
μας γλυκοχαιρετά.
|
Méres pu karterusa
n’ alláksun i keri,
níchtes pu sergianusa
tremámeno kerí.
Méres pu sillogiómun
pu na ‘se, pu girnás
ki apó pia vrísi kséni
pínis ke ksedipsás.
Méres pu fígan, méres pu tha ‘rthun,
chrónia pu s’ agapó.
I agápi ftáni san pirofáni
stis níchtas to choró.
Méres pu fígan, méres pu tha ‘rthun,
chrónia tha s’ agapó.
Ginome agápi, ginome Aprílis,
skívo ke se filó.
Ta chrónia pu diavíkan
na svíso den boró,
i píkres pu mas vríkan
den échun teliomó.
Sta sínora tis níchtas
prosméni i chará
ke mes sto fos lusméni
mas glikocheretá.
|