Είμαστε χαμένοι σε μια γκρίζα πολιτεία της ερήμου
σαν τους ακροβάτες στην αθέατη πλευρά ενός ονείρου
γύρω μας τα πλήθη με χαμόγελα αγγέλων κολασμένων
μπρος και πίσω τείχη και στο πλάι οι προστάτες των παρθένων.
Κι εγώ φοβάμαι το είδωλό μου σ’ αυτή τη πόλη
κι εσύ μονάχη πόσο φοβάσαι όταν νυχτώνει
δε θέλω να είμαι στον μαύρο κύκλο μια άσπρη τελεία
κι εσύ ένα στίγμα σε κάποιο τοίχο με κιμωλία.
Γι’ αυτό δεν πάω στην πλατεία
που πλακώνουν τα θηρία
και τα όνειρα κοστίζουν ακριβά
γι’ αυτό δε πάω στην πλατεία
που πουλάνε ελευθερία
έλα πάρε με να φύγουμε μακριά.
Είμαστε δυο ξένοι μετανάστες προδομένοι σε άλλο σώμα
έχει ξεκολλήσει η πυξίδα του δικού μας του αιώνα
μέσα στο μυαλό μας κάνουν έρωτα οι άλλοι με το ζόρι
τρύπησαν τον ήλιο στο κορμί τους το κορίτσι και το αγόρι.
|
Imaste chaméni se mia gkríza politia tis erímu
san tus akrovátes stin athéati plevrá enós oniru
giro mas ta plíthi me chamógela angélon kolasménon
bros ke píso tichi ke sto plái i prostátes ton parthénon.
Ki egó fováme to idoló mu s’ aftí ti póli
ki esí monáchi póso fováse ótan nichtóni
de thélo na ime ston mavro kíklo mia áspri telia
ki esí éna stígma se kápio ticho me kimolía.
Gi’ aftó den páo stin platia
pu plakónun ta thiría
ke ta ónira kostízun akrivá
gi’ aftó de páo stin platia
pu puláne elefthería
éla páre me na fígume makriá.
Imaste dio kséni metanástes prodoméni se állo sóma
échi ksekollísi i piksída tu diku mas tu eóna
mésa sto mialó mas kánun érota i álli me to zóri
trípisan ton ílio sto kormí tus to korítsi ke to agóri.
|