Όσο με γεμίζεις πίκρα
κάθε μέρα κάθε νύχτα
απ’ το σώμα μου χωρίζω
κι άλλο πια δεν ξεχωρίζω
τι θα πει λευκό και γκρίζο.
Αχ ζωή…αχ ζωή
αν με κάνεις σαν το βράχο
πες μου τι…πες μου τι
λόγο θα ‘χω να υπάρχω.
Μου χαμογελάει πάντα
μια καρδιά παιδιού στο στήθος
και γυρνώ…και γυρνώ
μας τ’ αδιάφορο το πλήθος.
Πες μου τάχα τι κερδίζεις
τόσο που με βασανίζεις
στα σκοτάδια σου κι αν μπαίνω
δε φοβάμαι…υπομένω
και στην ξαστεριά σου βγαίνω.
Αχ ζωή…αχ ζωή
αν με κάνεις σαν το βράχο
πες μου τι…πες μου τι
λόγο θα ‘χω να υπάρχω.
Μου χαμογελάει πάντα
μια καρδιά που δε φοβάται
στη χαρά…στην πληγή
να γελάει και να λυπάται…
|
Όso me gemízis píkra
káthe méra káthe níchta
ap’ to sóma mu chorízo
ki állo pia den ksechorízo
ti tha pi lefkó ke gkrízo.
Ach zoí…ach zoí
an me kánis san to vrácho
pes mu ti…pes mu ti
lógo tha ‘cho na ipárcho.
Mu chamogelái pánta
mia kardiá pediu sto stíthos
ke girnó…ke girnó
mas t’ adiáforo to plíthos.
Pes mu tácha ti kerdízis
tóso pu me vasanízis
sta skotádia su ki an beno
de fováme…ipoméno
ke stin ksasteriá su vgeno.
Ach zoí…ach zoí
an me kánis san to vrácho
pes mu ti…pes mu ti
lógo tha ‘cho na ipárcho.
Mu chamogelái pánta
mia kardiá pu de fováte
sti chará…stin pligí
na gelái ke na lipáte…
|