Οι σκέψεις τρέχουν στο μυαλό
κι εγώ μονάχος μου μιλώ
όταν ξυπνάω το πρωί
με ιδρωμένη αναπνοή.
Εικόνες τρέχουν στο μυαλό
σαν το ποτάμι το θολό
κι ούτε στον ύπνο καθαρά
δε σ’ έχω δει καμιά φορά.
Ανατριχιάζει ο καιρός
και εσύ σαν ήλιος βροχερός
το φως αφήνεις ορφανό
τον ουρανό μου σκοτεινό.
Οι σκέψεις σβήνουν στο μυαλό
και σαν σκιά σ’ αναπολώ
να φεύγεις κι όμως να φοράς
το δάκρυ μιας παλιάς χαράς.
Ανατριχιάζει ο καιρός
και εσύ σαν ήλιος βροχερός
το φως αφήνεις ορφανό
τον ουρανό μου σκοτεινό.
Σαν κλωναράκι στη βροχή
κάνω την τρίτη προσευχή
σφυρίζω μελαγχολικά
ζητώ της μοίρας δανεικά.
Ανατριχιάζει ο καιρός
και εσύ σαν ήλιος βροχερός
το φως αφήνεις ορφανό
τον ουρανό μου σκοτεινό.
|
I sképsis tréchun sto mialó
ki egó monáchos mu miló
ótan ksipnáo to pri
me idroméni anapnoí.
Ikónes tréchun sto mialó
san to potámi to tholó
ki ute ston ípno kathará
de s’ écho di kamiá forá.
Anatrichiázi o kerós
ke esí san ílios vrocherós
to fos afínis orfanó
ton uranó mu skotinó.
I sképsis svínun sto mialó
ke san skiá s’ anapoló
na fevgis ki ómos na forás
to dákri mias paliás charás.
Anatrichiázi o kerós
ke esí san ílios vrocherós
to fos afínis orfanó
ton uranó mu skotinó.
San klonaráki sti vrochí
káno tin tríti prosefchí
sfirízo melagcholiká
zitó tis miras daniká.
Anatrichiázi o kerós
ke esí san ílios vrocherós
to fos afínis orfanó
ton uranó mu skotinó.
|