Δε με γνωρίζεις, με αφορίζεις,
φοβάμαι κι όλο κλείνομαι,
στον πανικό μου κάτι δικό μου
να ψάχνω και ν’ αφήνομαι.
Κάνω αγώνα, και στον κανόνα
ας είμαι η εξαίρεση·
κι ας την πατήσω κι ας ξεψυχήσω
στης νύχτας την προσπέραση.
Ό,τι και να μου κάνουν, επίμενω,
της γενιάς μου δεν πέρασε το τρένο·
κι ας ουρλιάζουν φαντάσματα και λύκοι,
θα τους πάρω αυτό που μου ανήκει.
Να θυμάσαι πως είμαι στους απ’ έξω,
το παιχνίδι μου μόνος θα το παίξω·
συνεργός δε θα γίνω στην απάτη,
κι ας με λένε τρελό και παραβάτη.
Με δυο τσιγάρα και μια κιθάρα
του κόσμου αγνοούμενος,
γράφω και σβήνω, ίχνη αφήνω
στον τοίχο σαν κρατούμενος.
Ό,τι και να μου κάνουν, επίμενω,
της γενιάς μου δεν πέρασε το τρένο·
κι ας ουρλιάζουν φαντάσματα και λύκοι,
θα τους πάρω αυτό που μου ανήκει.
Να θυμάσαι πως είμαι στους απ’ έξω,
το παιχνίδι μου μόνος θα το παίξω·
συνεργός δε θα γίνω στην απάτη,
κι ας με λένε τρελό και παραβάτη.
|
De me gnorízis, me aforízis,
fováme ki ólo klinome,
ston panikó mu káti dikó mu
na psáchno ke n’ afínome.
Káno agóna, ke ston kanóna
as ime i ekseresi·
ki as tin patíso ki as ksepsichíso
stis níchtas tin prospérasi.
Ό,ti ke na mu kánun, epímeno,
tis geniás mu den pérase to tréno·
ki as urliázun fantásmata ke líki,
tha tus páro aftó pu mu aníki.
Na thimáse pos ime stus ap’ ékso,
to pechnídi mu mónos tha to pekso·
sinergós de tha gino stin apáti,
ki as me léne treló ke paraváti.
Me dio tsigára ke mia kithára
tu kósmu agnoumenos,
gráfo ke svíno, íchni afíno
ston ticho san kratumenos.
Ό,ti ke na mu kánun, epímeno,
tis geniás mu den pérase to tréno·
ki as urliázun fantásmata ke líki,
tha tus páro aftó pu mu aníki.
Na thimáse pos ime stus ap’ ékso,
to pechnídi mu mónos tha to pekso·
sinergós de tha gino stin apáti,
ki as me léne treló ke paraváti.
|