Πως μου τη δίνει όταν σε σκέφτομαι τα βράδια
πως νευριάζω που με γέμισες σημάδια
να σου χαρίσω μια ευχή να με θυμάσαι
ποτέ μην παίζεις με γυναίκες που φοβάσαι
Σ’ έχω γραμμένο στα παλιά μου τα παπούτσια
κλείνω την πόρτα του σπιτιού μου βιαστικά
μην κοιμηθείς στα σκαλοπάτια, θα κρυώσεις
και θα ‘ναι άσκοπο για σένα τελικά
Φύγε μακριά μου φύγε, είσαι μια απάτη
είσαι ένα λάθος, μια αφορμή, ένα ψέμα και φτάνει
Θα βάλω τέλος στα τηλεφωνήματά σου
δε σε ακούω πια, μη με παρακαλάς
και το κουδούνι μου δε θα ‘χει τ’ όνομά σου
ούτε κι ο σκύλος μου θ’ ακούει αν του μιλάς
|
Pos mu ti díni ótan se skéftome ta vrádia
pos nevriázo pu me gémises simádia
na su charíso mia efchí na me thimáse
poté min pezis me ginekes pu fováse
S’ écho gramméno sta paliá mu ta paputsia
klino tin pórta tu spitiu mu viastiká
min kimithis sta skalopátia, tha kriósis
ke tha ‘ne áskopo gia séna teliká
Fíge makriá mu fíge, ise mia apáti
ise éna láthos, mia aformí, éna pséma ke ftáni
Tha válo télos sta tilefonímatá su
de se akuo pia, mi me parakalás
ke to kuduni mu de tha ‘chi t’ ónomá su
ute ki o skílos mu th’ akui an tu milás
|