Με ρώτησες πως βλέπω τα πράγματα εδώ
και είπα ότι άργησα και πρέπει να προλάβω.
Απάντησέ μου κόκκινα μου είπες ξαφνικά
κι εγώ μες στη μαυρίλα μου να δεις θα καταλάβω.
Η μέρα είναι όμορφη σου είπα σοβαρά,
μονάχα το ξημέρωμα μου μοιάζει λίγο δύση.
Δε βγαίνει ο ήλιος πάντοτε απ’ την ανατολή,
μου είπες, μα τα χείλη σου δεν είχανε μιλήσει.
Κι αφού ανάβει πράσινο γιατί δεν προχωράς,
γιατί περνάς απέναντι μονάχα με το βλέμμα;
Γιατί μετράς τα τρόλεϊ σαν να `τανε φλουριά
και γράφεις με το δάχτυλο στο τζάμι τους για μένα;
Φοβάμαι πως εσένα κάπου σ’ έχω ξαναδεί
και κράταγες θυμάμαι τις ίδιες σημειώσεις.
Στην ίδια ανακύκλωση χαμένοι μια ζωή
χαρτί να δίνει το χαρτί και το γυαλί δηλώσεις.
Περάσαμε απέναντι σχεδόν σχιζοφρενείς
κι απότομα χωρίσαμε σαν νύχτα με τη μέρα.
Ο εαυτός μου έτρεξε μη χάσει το ταξί
κι εγώ μη χάσω εσένα που περίμενες πιο πέρα.
|
Me rótises pos vlépo ta prágmata edó
ke ipa óti árgisa ke prépi na prolávo.
Apántisé mu kókkina mu ipes ksafniká
ki egó mes sti mavríla mu na dis tha katalávo.
I méra ine ómorfi su ipa sovará,
monácha to ksiméroma mu miázi lígo dísi.
De vgeni o ílios pántote ap’ tin anatolí,
mu ipes, ma ta chili su den ichane milísi.
Ki afu anávi prásino giatí den prochorás,
giatí pernás apénanti monácha me to vlémma;
Giatí metrás ta trólei san na `tane fluriá
ke gráfis me to dáchtilo sto tzámi tus gia ména;
Fováme pos eséna kápu s’ écho ksanadi
ke krátages thimáme tis ídies simiósis.
Stin ídia anakíklosi chaméni mia zoí
chartí na díni to chartí ke to gialí dilósis.
Perásame apénanti schedón schizofrenis
ki apótoma chorísame san níchta me ti méra.
O eaftós mu étrekse mi chási to taksí
ki egó mi cháso eséna pu perímenes pio péra.
|