Τη Βέσπα που μου άρεσε την πήρα ασημί,
κι απάνω της καβάλησαν τρεις νύχτες τσακωμοί,
μου είπες για τη Βέσπα μου επίθετα βαριά,
και δε θα κάτσεις κούκλα μου ούτε για μια βραδιά.
Χαϊδεύω, λες, το γκάζι της και νιώθω που πονεί,
κατάντησες αντίζηλη με μία μηχανή,
ποτέ δεν το περίμενα να φτάσουμ’ ως εδώ,
ποτέ δεν το περίμενα μα άκου να σου πω :
Κανονικά στο λέμε η Βέσπα μου κι εγώ
αν συνεχίσουμ’ έτσι, χρειάζεσαι γιατρό,
κανονικά θα πρέπει η Βέσπα μου κι εγώ
να πάρουμε τους δρόμους μα έλα που σ’ αγαπώ,
θα τρελαθώ με όλα αυτά, θα τρελαθώ κανονικά.
Ποτέ της δε φαντάστηκε η Βέσπα η ασημί
πως θα `ταν για σκηνές και για κουβέντες αφορμή,
τη Βέσπα μου όταν πλένω αν μ’ αρέσει με ρωτάς
σου έγινε εμμονή και θέμα συμπεριφοράς.
Κανονικά στο λέμε η Βέσπα μου κι εγώ
αν συνεχίσεις έτσι, χρειάζεσαι γιατρό,
κανονικά θα πρέπει η Βέσπα μου κι εγώ
να πάρουμε τους δρόμους μα έλα που σ’ αγαπώ,
θα τρελαθώ με όλα αυτά, θα τρελαθώ κανονικά.
|
Ti Oéspa pu mu árese tin píra asimí,
ki apáno tis kaválisan tris níchtes tsakomi,
mu ipes gia ti Oéspa mu epítheta variá,
ke de tha kátsis kukla mu ute gia mia vradiá.
Chaidevo, les, to gkázi tis ke niótho pu poni,
katántises antízili me mía michaní,
poté den to perímena na ftásum’ os edó,
poté den to perímena ma áku na su po :
Kanoniká sto léme i Oéspa mu ki egó
an sinechísum’ étsi, chriázese giatró,
kanoniká tha prépi i Oéspa mu ki egó
na párume tus drómus ma éla pu s’ agapó,
tha trelathó me óla aftá, tha trelathó kanoniká.
Poté tis de fantástike i Oéspa i asimí
pos tha `tan gia skinés ke gia kuvéntes aformí,
ti Oéspa mu ótan pléno an m’ arési me rotás
su égine emmoní ke théma siberiforás.
Kanoniká sto léme i Oéspa mu ki egó
an sinechísis étsi, chriázese giatró,
kanoniká tha prépi i Oéspa mu ki egó
na párume tus drómus ma éla pu s’ agapó,
tha trelathó me óla aftá, tha trelathó kanoniká.
|