Με την πνοή του φεγγαριού
τις νύχτες σου μιλώ
σε ψάχνω σ’ άγνωστες φωνές ψυχή μου
κυλά στο πρόσωπο ξανά το δάκρυ μου θολό
ακόμα είσαι μια κρυφή πληγή μου
Και σκίζω κουρτίνες κι ό,τι βρω
παλιά γράμματά σου και ξεσπώ
τον εαυτό μου τελικά φοβάμαι
Και σκίζω κουρτίνες κι ό,τι βρω
μου φταίνε τα πάντα δεν μπορώ
γιατί πονάω όταν σε θυμάμαι
Μέσα στους δρόμους του μυαλού
ομίχλη και βροχή
κι εσύ να φεύγεις σαν σκιά και πάλι
μπορεί να ζούμε οι δυο σε λάθος εποχή
κι ο ένας για τον άλλον ν’αμφιβάλει
Και σκίζω κουρτίνες κι ό,τι βρω
παλιά γράμματά σου και ξεσπώ
τον εαυτό μου τελικά φοβάμαι
Και σκίζω κουρτίνες κι ό,τι βρω
μου φταίνε τα πάντα δεν μπορώ
γιατί πονάω όταν σε θυμάμαι
|
Me tin pnoí tu fengariu
tis níchtes su miló
se psáchno s’ ágnostes fonés psichí mu
kilá sto prósopo ksaná to dákri mu tholó
akóma ise mia krifí pligí mu
Ke skízo kurtínes ki ó,ti vro
paliá grámmatá su ke ksespó
ton eaftó mu teliká fováme
Ke skízo kurtínes ki ó,ti vro
mu ftene ta pánta den boró
giatí ponáo ótan se thimáme
Mésa stus drómus tu mialu
omíchli ke vrochí
ki esí na fevgis san skiá ke páli
bori na zume i dio se láthos epochí
ki o énas gia ton állon n’amfiváli
Ke skízo kurtínes ki ó,ti vro
paliá grámmatá su ke ksespó
ton eaftó mu teliká fováme
Ke skízo kurtínes ki ó,ti vro
mu ftene ta pánta den boró
giatí ponáo ótan se thimáme
|