Είναι το πυκνό συλλαλητήριο
που οργανώνει μόνος ένας, μόνος,
κάπου ένα μαχαίρι είναι που βρέθηκε
δίχως ν’ ακουστεί κανένας φόνος.
Όπλου είναι βολή χωρίς αντήχηση
στη μεγάλην άμμο μιας Σαχάρας,
πάνω μια χλωμή λειψή πανσέληνος
λιώνει σαν κεράκι της δεκάρας…
Είναι μια σημαία που ξεχάστηκε
στον ιστό μετά τη δύση του ηλίου,
ξέθωρο ένα ράκος που φυλάχτηκε
από εσθήτα περασμένου μεγαλείου.
’Ερημος σταθμός το μεσονύχτιο
υπογείων αστικών σιδηροδρόμων,
πέτρες φορτωμένον είναι φέρετρο
που το πάνε τέσσερις στον ώμον.
Βάρκα είναι στο πέλαγο τ’ απέραντο
μ’ ένα σκελετό για κωπηλάτη
που ήλιος κατακόρυφος τον στέγνωσε
και τον λεύκανε της θάλασσας τ’ αλάτι.
Είναι το πουλί που μόνο ξώμεινε
μίλια απ’ το κυρίαρχο κοπάδι,
πίσω του το φως της μέρας σβήνεται
και μπροστά του πήζει το σκοτάδι.
|
Ine to piknó sillalitírio
pu organóni mónos énas, mónos,
kápu éna macheri ine pu vréthike
díchos n’ akusti kanénas fónos.
Όplu ine volí chorís antíchisi
sti megálin ámmo mias Sacháras,
páno mia chlomí lipsí pansélinos
lióni san keráki tis dekáras…
Ine mia simea pu ksechástike
ston istó metá ti dísi tu ilíu,
kséthoro éna rákos pu filáchtike
apó esthíta perasménu megaliu.
’Erimos stathmós to mesoníchtio
ipogion astikón sidirodrómon,
pétres fortoménon ine féretro
pu to páne tésseris ston ómon.
Oárka ine sto pélago t’ apéranto
m’ éna skeletó gia kopiláti
pu ílios katakórifos ton stégnose
ke ton lefkane tis thálassas t’ aláti.
Ine to pulí pu móno ksómine
mília ap’ to kiríarcho kopádi,
píso tu to fos tis méras svínete
ke brostá tu pízi to skotádi.
|