Πιτσιρικάς ξεκίνησα
χωρίς μυαλό και γνώση
κι ο γέρος μου τις έβρεχε
μη λάχει και με στρώσει.
Αλλά δεν έβαζα μυαλό
και μ’ άρεσαν οι γλύκες
και είχα από πιτσιρικάς
πέντ’ έξι πιτσιρίκες.
Στα είκοσι τα χρόνια μου
γνώρισα μια απ’ την Κρήτη
Δευτέρα την παντρεύτηκα
την έδιωξα την Τρίτη.
Πάνω στο διαζύγιο
που βγήκε με το ζόρι
δυο σπίτια μου τα φάγανε
αυτή κι οι δικηγόροι.
Αλλά μυαλό δεν έβαζα
κι έφαγα κάποια μέρα
το μαγαζί του γέρου μου
με μια ζουρλοπαντιέρα.
Και μου ‘λεγαν τα θηλυκά
“πιτσιρικά πιτσιρικά
με το μυαλό που κουβαλάς
θα μείνεις ρέστος, φουκαράς”.
|
Pitsirikás ksekínisa
chorís mialó ke gnósi
ki o géros mu tis évreche
mi láchi ke me strósi.
Allá den évaza mialó
ke m’ áresan i glíkes
ke icha apó pitsirikás
pént’ éksi pitsiríkes.
Sta ikosi ta chrónia mu
gnórisa mia ap’ tin Kríti
Deftéra tin pantreftika
tin édioksa tin Tríti.
Páno sto diazígio
pu vgíke me to zóri
dio spítia mu ta fágane
aftí ki i dikigóri.
Allá mialó den évaza
ki éfaga kápia méra
to magazí tu géru mu
me mia zurlopantiéra.
Ke mu ‘legan ta thiliká
“pitsiriká pitsiriká
me to mialó pu kuvalás
tha minis réstos, fukarás”.
|