Ποτέ μου δεν κατάλαβα πως πέρασε ο καιρός,
μια ζωή κουβάλαγα βαρύ σταυρό δικό μου.
Κι αν θέλεις να μιλήσουμε, πάρε στο κινητό,
θα το ‘χω αφήσει ανοιχτό μες στ’ αυτοκίνητό μου.
Διπλανό μου οικόπεδο, έρημο κι αδειανό,
στο παλιό στρατόπεδο μόνος μου τριγυρνώ.
Γουστάρω που τα είπαμε, μα πως να πούμε κι άλλα
απ’ το καρτοτηλέφωνο που σου τηλεφωνώ;
Κάπου κάπου να μου γράφεις και μια κάρτα,
το παρόν ποτέ δεν είναι αρκετό.
Πριν τελειώσουμε, τελειώνει η τηλεκάρτα,
δεν προφταίνω να σου πω πως σ’ αγαπώ.
Ποτέ μας δε φερθήκαμε σαν φίλοι εμείς οι δυο,
δεν αναφερθήκαμε ποτέ στα περασμένα.
Κι εκείνη που αγαπήσαμε τη συναντάω εδώ,
σε μια φωτογραφία μας με αγκαλιά εσένα.
Μη μου στέλνεις πράγματα ούτε κι επιταγές,
από νωρίς χαράματα πέφτουν οι διαταγές.
Μα εσύ ποτέ δε σήκωνες ούτε το σταθερό σου
και να μιλάω μ’ άφηνες με τηλεφωνητές.
|
Poté mu den katálava pos pérase o kerós,
mia zoí kuválaga varí stavró dikó mu.
Ki an thélis na milísume, páre sto kinitó,
tha to ‘cho afísi anichtó mes st’ aftokínitó mu.
Diplanó mu ikópedo, érimo ki adianó,
sto palió stratópedo mónos mu trigirnó.
Gustáro pu ta ipame, ma pos na pume ki álla
ap’ to kartotiléfono pu su tilefonó;
Kápu kápu na mu gráfis ke mia kárta,
to parón poté den ine arketó.
Prin teliósume, telióni i tilekárta,
den profteno na su po pos s’ agapó.
Poté mas de ferthíkame san fíli emis i dio,
den anaferthíkame poté sta perasména.
Ki ekini pu agapísame ti sinantáo edó,
se mia fotografía mas me agkaliá eséna.
Mi mu stélnis prágmata ute ki epitagés,
apó norís charámata péftun i diatagés.
Ma esí poté de síkones ute to statheró su
ke na miláo m’ áfines me tilefonités.
|