Τις νύχτες που σε πιάνουνε οι τύψεις
πιοτό γεμίζεις πάντα το ποτήρι
και να ‘θελες τον πόνο σου να κρύψεις
οι νύχτες δε σου κάνουν το χατήρι
Κι αν νόμιζες πως κάποτε με νίκησες
εσύ ‘σαι στο φινάλε η χαμένη
πληρώνεις αμαρτίες που μ’ αδίκησες
και με ντροπή θα είσαι φορτωμένη
Τις νύχτες που σε πιάνει αγωνία
στο τζάμι γράφεις πάντα τ’ όνομά μου
καλύτερα να πάθεις αμνησία
δεν έχεις θέση άλλο στην καρδία μου
Κι αν νόμιζες πως κάποτε με νίκησες
εσύ ‘σαι στο φινάλε η χαμένη
πληρώνεις αμαρτίες που μ’ αδίκησες
και με ντροπή θα είσαι φορτωμένη
|
Tis níchtes pu se piánune i típsis
piotó gemízis pánta to potíri
ke na ‘theles ton póno su na krípsis
i níchtes de su kánun to chatíri
Ki an nómizes pos kápote me níkises
esí ‘se sto finále i chaméni
plirónis amartíes pu m’ adíkises
ke me ntropí tha ise fortoméni
Tis níchtes pu se piáni agonía
sto tzámi gráfis pánta t’ ónomá mu
kalítera na páthis amnisía
den échis thési állo stin kardía mu
Ki an nómizes pos kápote me níkises
esí ‘se sto finále i chaméni
plirónis amartíes pu m’ adíkises
ke me ntropí tha ise fortoméni
|