Το ‘μαθα, το ‘μαθα, το ‘μαθα
ότι ζεις δυστυχισμένη.
Το ‘μαθα, το ‘μαθα, το ‘μαθα
που ‘σαι πάντα λυπημένη.
Μου το ‘πε η θάλασσα
που τη κοιτούσα
κι οι γλάροι κλαίγανε
σαν τους ρωτούσα.
Ποιος είναι αυτός που σε παιδεύει
σου φέρνει λύπη αντί χαρά.
Ποιος είναι αυτός που βασανίζει
αυτά τα νιάτα τα δροσερά.
Όποιος κι αν είναι θα τον συντρίψω
όποιος κι αν είναι θα πάω να τον βρω.
Μήπως κουράστηκες αγαπημένη
γύρισε πίσω για να χαρώ.
|
To ‘matha, to ‘matha, to ‘matha
óti zis distichisméni.
To ‘matha, to ‘matha, to ‘matha
pu ‘se pánta lipiméni.
Mu to ‘pe i thálassa
pu ti kitusa
ki i glári klegane
san tus rotusa.
Pios ine aftós pu se pedevi
su férni lípi antí chará.
Pios ine aftós pu vasanízi
aftá ta niáta ta droserá.
Όpios ki an ine tha ton sintrípso
ópios ki an ine tha páo na ton vro.
Mípos kurástikes agapiméni
girise píso gia na charó.
|