Σαλπάρω, φεύγω μες στου νου μου τη μουντάδα
φορώ κατάσαρκα το ψέμα σου παλτό
Χάνω τον ίσκιο μου κι ας είμαι στη λιακάδα
τις υποσχέσεις μ’ ανεμόσκαλα πετώ
Μα έναν κύκλο μες στη χούφτα σου θα κάνω
και για τους δυο μας θα πεθάνω μοναχή
Δεν ψάχνω χρώμα να τονίσω παραπάνω
ζωή ασπρόμαυρη που έμεινε ρηχή
Ντυμένος ήλιος το φεγγάρι αποπαίρνεις
και της χρυσόσκονης η δίνη σε ρουφά
Μια σκοτωμένη καλημέρα τι μου στέλνεις
τρεις με προδίδεις κάθε νύχτα στα κρυφά
Σαλπάρω, φεύγω το μυαλό μου αυλακώνεις
λευκό δε βλέπω στον ορίζοντα πανί
Όλες του έρωτα τις λέξεις χαρακώνεις
και καθρεφτίζομαι στο βλέμμα σου γυμνή
Στα δυτικά στρέφω την πλώρη και διαγράφω
λιμάνια, χάδια, μια σημαία κουρελού
Κι όμως φοβάμαι πως ακόμα αντιγράφω
το προσωπείο της αρχαίας τραγωδού
|
Salpáro, fevgo mes stu nu mu ti muntáda
foró katásarka to pséma su paltó
Cháno ton ískio mu ki as ime sti liakáda
tis iposchésis m’ anemóskala petó
Ma énan kíklo mes sti chufta su tha káno
ke gia tus dio mas tha petháno monachí
Den psáchno chróma na toníso parapáno
zoí asprómavri pu émine richí
Ntiménos ílios to fengári apopernis
ke tis chrisóskonis i díni se rufá
Mia skotoméni kaliméra ti mu stélnis
tris me prodídis káthe níchta sta krifá
Salpáro, fevgo to mialó mu avlakónis
lefkó de vlépo ston orízonta paní
Όles tu érota tis léksis charakónis
ke kathreftízome sto vlémma su gimní
Sta ditiká stréfo tin plóri ke diagráfo
limánia, chádia, mia simea kurelu
Ki ómos fováme pos akóma antigráfo
to prosopio tis archeas tragodu
|