Τώρα που φεύγω πόσο θα `θελα να πάρω
ένα κομμάτι από το Αιγάλεω μαζί μου,
ένα κομμάτι που `χω μέσα στη ψυχή μου
και τη δική σου την εικόνα ακριβή μου
και το τσιγάρο το πικρό όταν καπνίζω
να σ’ έχω δίπλα μου και ούτε να δακρύζω.
Στάσου στο πλάι μου, πατρίδα ακριβή μου
να μου φωτίζεις δροσερά τη θύμησή μου,
κράτα κανάτι με νερό από το Πόρο,
στάσου σε κάποια λεωφόρο.
Τώρα που φεύγω πόσο θα `θελα να πάρω
από τη Κρήτη ανεμώνες και μυρσίνη
και στο Σικάγο, τη Βοστώνη και το Μπρούκλιν
να τις σκορπίσω να μυρίσει Ρωμιοσύνη
και τους μπαξέδες του Μοριά τους ανθισμένους
να τους μοιράσω σ’ όλους τους ξενιτεμένους
Στάσου στο πλάι μου, πατρίδα αλμυρή μου
να μου φωτίζεις δροσερά τη θύμησή μου,
κράτα κανάτι με νερό από το Πόρο,
στάσου σε κάποια λεωφόρο.
|
Tóra pu fevgo póso tha `thela na páro
éna kommáti apó to Egáleo mazí mu,
éna kommáti pu `cho mésa sti psichí mu
ke ti dikí su tin ikóna akriví mu
ke to tsigáro to pikró ótan kapnízo
na s’ écho dípla mu ke ute na dakrízo.
Stásu sto plái mu, patrída akriví mu
na mu fotízis droserá ti thímisí mu,
kráta kanáti me neró apó to Póro,
stásu se kápia leofóro.
Tóra pu fevgo póso tha `thela na páro
apó ti Kríti anemónes ke mirsíni
ke sto Sikágo, ti Oostóni ke to Bruklin
na tis skorpíso na mirísi Romiosíni
ke tus baksédes tu Moriá tus anthisménus
na tus miráso s’ ólus tus kseniteménus
Stásu sto plái mu, patrída almirí mu
na mu fotízis droserá ti thímisí mu,
kráta kanáti me neró apó to Póro,
stásu se kápia leofóro.
|