Εγώ, ο άνθρωπός σου, δεν είμαι πια…
Ένας κρυφός καημός σου, μόνους μας κρατά…
Σε πήρε η νύχτα, το σκοτάδι,
τι το θες το χάδι;
Κι όπως στο χέρι, το χέρι μου κρατάει…
Είναι μαχαίρι το χάδι και πονάει…
Είναι μαχαίρι το χάδι και πονάει…
Όπως στο χέρι, το χέρι μου κρατάει…
Εγώ, ο άγγελός σου, δε θα ’μαι πια…
Ο δρόμος ο δικός σου άλλον δε χωρά…
Σε πήρε η νύχτα, το σκοτάδι,
τι το θες το χάδι;
Κι όπως στο χέρι, το χέρι μου κρατάει,
είναι μαχαίρι το χάδι και πονάει…
Είναι μαχαίρι το χάδι και πονάει,
όπως στο χέρι, το χέρι μου κρατάει
|
Egó, o ánthropós su, den ime pia…
Έnas krifós kaimós su, mónus mas kratá…
Se píre i níchta, to skotádi,
ti to thes to chádi;
Ki ópos sto chéri, to chéri mu kratái…
Ine macheri to chádi ke ponái…
Ine macheri to chádi ke ponái…
Όpos sto chéri, to chéri mu kratái…
Egó, o ángelós su, de tha ’me pia…
O drómos o dikós su állon de chorá…
Se píre i níchta, to skotádi,
ti to thes to chádi;
Ki ópos sto chéri, to chéri mu kratái,
ine macheri to chádi ke ponái…
Ine macheri to chádi ke ponái,
ópos sto chéri, to chéri mu kratái
|