Εδώ κοιμούνται μπρος στον ποταμό
εδώ στην όχθη την παλιά, στο πράσινο ποτάμι,
πέντε μικρά ναυτόπουλα, πέντε παιδιά του κόσμου.
Εδώ κοιμούνται πλάι στο νερό
πάνω σε πέντε σύννεφα σε πέντε οργιές χορτάρι,
πέντε ναυτάκια που ‘γραψαν στην όχθη το όνομά τους.
Ήταν μικρά, μικρά, μικρά κι ήτανε πάντα ξάγρυπνα,
ήταν μικρά, μικρά, μικρά κι ήταν συλλογισμένα.
Τώρα κοιμούνται, τώρα πια τα νανουρίζει ο ποταμός
νάνι τους λέει, νάνι το πράσινο ποτάμι.
Πρωί πρωί ήταν που ‘πεσαν τα πέντε τα μικρά-μικρά,
πρωί πρωί ήταν που ‘πεσαν βαθειά να κοιμηθούνε.
Νάνι, τα νανουρίζουνε τα δέντρα στο ποτάμι,
νάνι τους λένε οι φυλλωσιές, νάνι στην όχθη, νάνι.
Εδώ κοιμούνται, στο μικρό, μικρούλι κρεβατάκι τους,
εδώ στην όχθη την παλιά, νάνι μικρά μου, νάνι
πέντε ναυτάκια, πέντε απλά παιδιά ντουφεκισμένα.
|
Edó kimunte bros ston potamó
edó stin óchthi tin paliá, sto prásino potámi,
pénte mikrá naftópula, pénte pediá tu kósmu.
Edó kimunte plái sto neró
páno se pénte sínnefa se pénte orgiés chortári,
pénte naftákia pu ‘grapsan stin óchthi to ónomá tus.
Ήtan mikrá, mikrá, mikrá ki ítane pánta kságripna,
ítan mikrá, mikrá, mikrá ki ítan sillogisména.
Tóra kimunte, tóra pia ta nanurízi o potamós
náni tus léi, náni to prásino potámi.
Pri pri ítan pu ‘pesan ta pénte ta mikrá-mikrá,
pri pri ítan pu ‘pesan vathiá na kimithune.
Náni, ta nanurízune ta déntra sto potámi,
náni tus léne i fillosiés, náni stin óchthi, náni.
Edó kimunte, sto mikró, mikruli krevatáki tus,
edó stin óchthi tin paliá, náni mikrá mu, náni
pénte naftákia, pénte aplá pediá ntufekisména.
|