Ο λοστρόμος κρατά μια καραβέλα,
μισή μποτίλια τζιν και δυο μιγάδες,
τη νύχτα μετοικούν οι Συμπληγάδες
στα μπαρ του λιμανιού και στα μπορντέλα.
Πηχτό πούσι σκεπάζει τα καρνάγια.
West End Thame’s Street και διπλός έρως.
Ας φυσάνε στο Πλάτα τα Παμπέρος,
ας ρολάρει το κύμα στη Μπισκάγια.
Χαμηλός ουρανός γιομάτος άστρα,
μα δε μοιάζει μ’ αυτόν που σε γνωρίζει.
Η μπαρκέτα γυρίζει; Δε γυρίζει.
Το κορίτσι νυστάζει στην Καράστρα.
Βαρέθηκαν οι ναύτες στο τιμόνι,
το’ να μάτι σου γέρνει και κοιμάται,
αγρυπνά το δεξί και θυμάται
το φανό που χτυπά μα δε ζυγώνει.
Ο λοστρόμος ξυπνάει και καταριέται
μια μιγάδα που κλαίει και μια μποτίλια.
Ανοιχτά κάπου εννιά χιλιάδες μίλια
το σκυλόψαρο προσμένει και βαριέται.
|
O lostrómos kratá mia karavéla,
misí botília tzin ke dio migádes,
ti níchta metikun i Sibligádes
sta bar tu limaniu ke sta borntéla.
Pichtó pusi skepázi ta karnágia.
West End Thame’s Street ke diplós éros.
As fisáne sto Pláta ta Pabéros,
as rolári to kíma sti Biskágia.
Chamilós uranós giomátos ástra,
ma de miázi m’ aftón pu se gnorízi.
I barkéta girízi; De girízi.
To korítsi nistázi stin Karástra.
Oaréthikan i naftes sto timóni,
to’ na máti su gérni ke kimáte,
agripná to deksí ke thimáte
to fanó pu chtipá ma de zigóni.
O lostrómos ksipnái ke katariéte
mia migáda pu klei ke mia botília.
Anichtá kápu enniá chiliádes mília
to skilópsaro prosméni ke variéte.
|