Άνθρωπε της μοίρας μου,
πουλί κυνηγημένο.
Πόσα χρόνια πέρασαν
που σε περιμένω;
Ποια ποτάμια σου ’κλειναν
το δρόμο και τη στράτα;
Ήρθες μες στον πόνο μου
με κουρασμένα νιάτα.
Κι ήρθες περιστέρι μου
Μείνε ξεκουράσου
Κι οι γραμμές στο χέρι μου
Γράφουν τo όνομά σου
Γράφουν το όνομά σου.
Άνθρωπε της μοίρας μου,
πικρό μου πεπρωμένο
Πόσο δάκρυ έδωσα να σε περιμένω;
Ποια πελάγη πέρασες
και σε ποια δάση μπήκες;
Άνοιξη σ’ αγάπησα
Φθινόπωρο με βρήκες.
Κι ήρθες περιστέρι μου
Μείνε ξεκουράσου
Κι οι γραμμές στο χέρι μου
Γράφουν τo όνομά σου
Γράφουν το όνομά σου.
|
Άnthrope tis miras mu,
pulí kinigiméno.
Pósa chrónia pérasan
pu se periméno;
Pia potámia su ’klinan
to drómo ke ti stráta;
Ήrthes mes ston póno mu
me kurasména niáta.
Ki írthes peristéri mu
Mine ksekurásu
Ki i grammés sto chéri mu
Gráfun to ónomá su
Gráfun to ónomá su.
Άnthrope tis miras mu,
pikró mu peproméno
Póso dákri édosa na se periméno;
Pia pelági pérases
ke se pia dási bíkes;
Άniksi s’ agápisa
Fthinóporo me vríkes.
Ki írthes peristéri mu
Mine ksekurásu
Ki i grammés sto chéri mu
Gráfun to ónomá su
Gráfun to ónomá su.
|